αεροκινητήρας

αεροκινητήρας
Κινητήρας που λειτουργεί με τη δύναμη του ανέμου. Ορθότερα, ανεμοκινητήρας (βλ. λ.). Α. λέγεται και η κινητήρια μηχανή των βαρύτερων του αέρα πτητικών συσκευών, που προκαλεί την ανύψωση των αεροσκαφών (βλ. λ. αεροπλάνο).
* * *
ο τεχνολ.
κινητήρας, στον οποίο η περιστροφή τού ρότορα ή η παλινδρομική κίνηση τού εμβόλου εξασφαλίζεται με τη βοήθεια πεπιεσμένου αέρα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αέρας — Όρος με πολλές ερμηνείες και χρήσεις. Ο άνεμος που δεν είναι πολύ δυνατός. Τo κλίμα ενός τόπου και μεταφορικά το ψυχολογικό κλίμα. Η εξωτερική εμφάνιση, το ύφος, το παρουσιαστικό. Η τόλμη, η αλαζονεία, η αυθάδεια. Έκφραση της ψυχικής διάθεσης. Η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”